Την πρωτομαγιά του 1915, το επιβατηγό κρουαζιερόπλοιο Λουζιτάνια, υπό βρετανική σημαία, απέπλευσε από το λιμάνι της Νέας Υόρκης με προορισμό το Λίβερπουλ. Επτά μέρες αργότερα θα τορπιλιζόταν από το γερμανικό υποβρύχιο U20 στα ανοιχτά της Ιρλανδίας και θα βυθιζόταν παίρνοντας μαζί του 1.198 ζωές. Η βύθιση του άοπλου σκάφους, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ανάμεσα στους νεκρούς υπήρχαν πολλά παιδιά, προκάλεσε στροφή της παγκόσμιας κοινής γνώμης κατά της Γερμανίας και αποτέλεσε κομβικό σημείο στην είσοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο κατά των κεντρικών αυτοκρατοριών.
Το Λουζιτάνια, ναυπηγημένο το 1907, είχε παρόμοια εμφάνιση με τα πλοία της κλάσης Ολύμπικ, τον Τιτανικό και τον Βρετανικό, αν και ήταν μικρότερο, γρηγορότερο και προγενέστερο από αυτά. Την εποχή που διέσχιζε τον Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό ήταν ό,τι πιο γρήγορο και πολυτελές διέθετε η παγκόσμια ναυσιπλοΐα, καθώς στο πλοίο απονεμήθηκε η γαλάζια κορδέλα μέγιστης μέσης ταχύτητας διάσχισης του ωκεανού.
Το 1914, με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, το Λουζιτάνια αρχικά επιλέχθηκε να μετατραπεί σε οπλισμένο μεταγωγικό αλλά, τελικά, το σχέδιο δεν προχώρησε, γιατί το σκάφος ήταν πολύ μεγάλο, η σιλουέτα του εύκολα αναγνωρίσιμη και το κόστος χρήσης του πολύ υψηλό. Έτσι, συνέχισε να χρησιμοποιείται από την εταιρεία Κάναρντ στην εμπορική γραμμή Νέα Υόρκη-Λίβερπουλ. Αν και ο πόλεμος είχε ξεκινήσει, υπήρχε επαρκής ζήτηση εισιτηρίων και οι κρατήσεις δικαιολογούσαν τη συνεχή λειτουργία της γραμμής. Επίσης μέχρι τα τέλη του 1914, το γερμανικό ναυτικό δεν είχε καταφέρει να απειλήσει τις θαλάσσιες οδούς του Ατλαντικού και ο διάπλους από και προς τα βρετανικά νησιά θεωρούνταν σχετικά ασφαλής. Η κατάσταση άλλαξε άρδην με τη μαζική χρήση υποβρυχίων στα ύδατα της Βρετανίας και Ιρλανδίας και τον χαρακτηρισμό τους ως «ζώνης πολέμου» από πλευράς Γερμανίας, τον Φεβρουάριο του ’15.
Στις 22 Απριλίου του 1915, η γερμανική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον εξέδωσε προειδοποίηση για βύθιση κάθε πλοίου υπό βρετανική σημαία στην εν λόγω περιοχή και συμβούλεψε μια ομάδα Γερμανοαμερικανών να μην ταξιδέψει με το πλοίο σε καμία περίπτωση. Το Λουζιτάνια αναχώρησε από τη Νέα Υόρκη με 1.959 επιβάτες και 702 άτομα πλήρωμα. Αυτό που δεν γνώριζαν οι επιβαίνοντες, αλλά και η πλειοψηφία των μελών του πληρώματος, ήταν ότι το πλοίο μετέφερε στο κύτος του 4.200.000 σφαίρες, 1.250 άδειους κάλυκες βλημάτων πυροβόλου και 18 κιβώτια με επικρουστήρες.
Στις 11 το πρωί της 7ης Μαΐου, το Λουζιτάνια έπλεε στην περιοχή του νησιού Κέιπ Κλίαρ της νότιας ιρλανδικής ακτής, με την πρόθεση να πιάσει στο Κουίνσταουν της Ιρλανδίας, όταν έλαβε σήμα για παρουσία γερμανικών υποβρυχίων στη ρότα του. Ο πλοίαρχός του, Τέρνερ, διόρθωσε την πορεία του σκάφους προς την ακτή, πιστεύοντας ότι έτσι το πλοίο του θα ήταν πιο ασφαλές, μιας και ο καιρός ήταν ομιχλώδης και συνήθως τα υποβρύχια διενεργούσαν επιχειρήσεις μακριά από τις ακτές. Άθελά του θα έφερνε το πλοίο του ακριβώς μπροστά στο γερμανικό υποβρύχιο U20, που με λιγοστά καύσιμα και μία μόνο εναπομείνασα τορπίλη ενέδρευε για στόχους ευκαιρίας. Στη μία το μεσημέρι, η βάρδια παρατήρησης του U20 ανέφερε ένα μεγάλο μεταγωγικό στα 800 μέτρα απόσταση μέσα στην ομίχλη. Ο πλοίαρχος του υποβρυχίου, Σβάιγκερ, διέταξε αμέσως κατάδυση και θέσεις μάχης. Η σιλουέτα του πλοίου μόλις που διακρινόταν στο περισκόπιο και ο Σβάιγκερ άνοιξε πυρ με την τελευταία τορπίλη του U20. Σύμφωνα με τον ίδιο το Σβάιγκερ: «Το χτυπήσαμε στη δεξιά πλευρά πίσω απ’ τη γέφυρα. Την πρώτη έκρηξη ακολούθησε μια δεύτερη και το πλοίο πήρε αμέσως δεξιά κλίση με την πλώρη μέσα στο νερό».
Μέσα σε 18 λεπτά όλα είχαν τελειώσει. Στο χάος που ακολούθησε τον τορπιλισμό, κατέβηκαν μόνο 6 από τις 48 σωστικές λέμβους και το πλοίο βυθίστηκε παρασύροντας μαζί του 1.198 ψυχές.
Ο αντίκτυπος στις ΗΠΑ αλλά και παγκοσμίως ήταν τεράστιος. Ο πλοίαρχος του U20 κατηγορήθηκε ως εγκληματίας πολέμου και ο μεγάλος αριθμός των νεκρών παιδιών χρησιμοποιήθηκε για να προπαγανδίσει τη «συστράτευση κάθε πολιτισμένου ανθρώπου εναντίον των Ούννων». Οι Γερμανοί προσπάθησαν, χωρίς επιτυχία, να δικαιολογήσουν τη βύθιση, επιμένοντας στο ότι το σκάφος μετέφερε λαθραία οπλισμό στη Μεγάλη Βρετανία. Χρόνια αργότερα, όταν έγιναν καταδύσεις και έρευνες στο κουφάρι του Λουζιτάνια, ανακαλύφθηκαν τα πολεμοφόδια στα αμπάρια του.
Οι περισσότεροι ειδικοί έχουν καταλήξει στο ότι το δίκτυο κατασκόπων των Γερμανών στις ΗΠΑ γνώριζε το φορτίο του Λουζιτάνια, όπως και τη διαδρομή του, και είχε ενημερώσει τη γερμανική διοίκηση υποβρυχίων για τα περαιτέρω. Αν λάβει κανείς υπόψη και την προειδοποίηση της γερμανικής πρεσβείας, μάλλον το σκάφος είχε στοχοποιηθεί πολύ πριν ξεκινήσει από τη Νέα Υόρκη. Ωστόσο, όποια κι αν ήταν τα γερμανικά σχέδια, ήταν μια αλλαγή πορείας, μέσα στην ομίχλη, αυτή που θα έφερνε το Λουζιτάνια μπροστά στους τορπιλοβλητικούς σωλήνες του U20 και στο ραντεβού του με το πεπρωμένο.
Το Λουζιτάνια, ναυπηγημένο το 1907, είχε παρόμοια εμφάνιση με τα πλοία της κλάσης Ολύμπικ, τον Τιτανικό και τον Βρετανικό, αν και ήταν μικρότερο, γρηγορότερο και προγενέστερο από αυτά. Την εποχή που διέσχιζε τον Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό ήταν ό,τι πιο γρήγορο και πολυτελές διέθετε η παγκόσμια ναυσιπλοΐα, καθώς στο πλοίο απονεμήθηκε η γαλάζια κορδέλα μέγιστης μέσης ταχύτητας διάσχισης του ωκεανού.
Το 1914, με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, το Λουζιτάνια αρχικά επιλέχθηκε να μετατραπεί σε οπλισμένο μεταγωγικό αλλά, τελικά, το σχέδιο δεν προχώρησε, γιατί το σκάφος ήταν πολύ μεγάλο, η σιλουέτα του εύκολα αναγνωρίσιμη και το κόστος χρήσης του πολύ υψηλό. Έτσι, συνέχισε να χρησιμοποιείται από την εταιρεία Κάναρντ στην εμπορική γραμμή Νέα Υόρκη-Λίβερπουλ. Αν και ο πόλεμος είχε ξεκινήσει, υπήρχε επαρκής ζήτηση εισιτηρίων και οι κρατήσεις δικαιολογούσαν τη συνεχή λειτουργία της γραμμής. Επίσης μέχρι τα τέλη του 1914, το γερμανικό ναυτικό δεν είχε καταφέρει να απειλήσει τις θαλάσσιες οδούς του Ατλαντικού και ο διάπλους από και προς τα βρετανικά νησιά θεωρούνταν σχετικά ασφαλής. Η κατάσταση άλλαξε άρδην με τη μαζική χρήση υποβρυχίων στα ύδατα της Βρετανίας και Ιρλανδίας και τον χαρακτηρισμό τους ως «ζώνης πολέμου» από πλευράς Γερμανίας, τον Φεβρουάριο του ’15.
Στις 22 Απριλίου του 1915, η γερμανική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον εξέδωσε προειδοποίηση για βύθιση κάθε πλοίου υπό βρετανική σημαία στην εν λόγω περιοχή και συμβούλεψε μια ομάδα Γερμανοαμερικανών να μην ταξιδέψει με το πλοίο σε καμία περίπτωση. Το Λουζιτάνια αναχώρησε από τη Νέα Υόρκη με 1.959 επιβάτες και 702 άτομα πλήρωμα. Αυτό που δεν γνώριζαν οι επιβαίνοντες, αλλά και η πλειοψηφία των μελών του πληρώματος, ήταν ότι το πλοίο μετέφερε στο κύτος του 4.200.000 σφαίρες, 1.250 άδειους κάλυκες βλημάτων πυροβόλου και 18 κιβώτια με επικρουστήρες.
Στις 11 το πρωί της 7ης Μαΐου, το Λουζιτάνια έπλεε στην περιοχή του νησιού Κέιπ Κλίαρ της νότιας ιρλανδικής ακτής, με την πρόθεση να πιάσει στο Κουίνσταουν της Ιρλανδίας, όταν έλαβε σήμα για παρουσία γερμανικών υποβρυχίων στη ρότα του. Ο πλοίαρχός του, Τέρνερ, διόρθωσε την πορεία του σκάφους προς την ακτή, πιστεύοντας ότι έτσι το πλοίο του θα ήταν πιο ασφαλές, μιας και ο καιρός ήταν ομιχλώδης και συνήθως τα υποβρύχια διενεργούσαν επιχειρήσεις μακριά από τις ακτές. Άθελά του θα έφερνε το πλοίο του ακριβώς μπροστά στο γερμανικό υποβρύχιο U20, που με λιγοστά καύσιμα και μία μόνο εναπομείνασα τορπίλη ενέδρευε για στόχους ευκαιρίας. Στη μία το μεσημέρι, η βάρδια παρατήρησης του U20 ανέφερε ένα μεγάλο μεταγωγικό στα 800 μέτρα απόσταση μέσα στην ομίχλη. Ο πλοίαρχος του υποβρυχίου, Σβάιγκερ, διέταξε αμέσως κατάδυση και θέσεις μάχης. Η σιλουέτα του πλοίου μόλις που διακρινόταν στο περισκόπιο και ο Σβάιγκερ άνοιξε πυρ με την τελευταία τορπίλη του U20. Σύμφωνα με τον ίδιο το Σβάιγκερ: «Το χτυπήσαμε στη δεξιά πλευρά πίσω απ’ τη γέφυρα. Την πρώτη έκρηξη ακολούθησε μια δεύτερη και το πλοίο πήρε αμέσως δεξιά κλίση με την πλώρη μέσα στο νερό».
Μέσα σε 18 λεπτά όλα είχαν τελειώσει. Στο χάος που ακολούθησε τον τορπιλισμό, κατέβηκαν μόνο 6 από τις 48 σωστικές λέμβους και το πλοίο βυθίστηκε παρασύροντας μαζί του 1.198 ψυχές.
Ο αντίκτυπος στις ΗΠΑ αλλά και παγκοσμίως ήταν τεράστιος. Ο πλοίαρχος του U20 κατηγορήθηκε ως εγκληματίας πολέμου και ο μεγάλος αριθμός των νεκρών παιδιών χρησιμοποιήθηκε για να προπαγανδίσει τη «συστράτευση κάθε πολιτισμένου ανθρώπου εναντίον των Ούννων». Οι Γερμανοί προσπάθησαν, χωρίς επιτυχία, να δικαιολογήσουν τη βύθιση, επιμένοντας στο ότι το σκάφος μετέφερε λαθραία οπλισμό στη Μεγάλη Βρετανία. Χρόνια αργότερα, όταν έγιναν καταδύσεις και έρευνες στο κουφάρι του Λουζιτάνια, ανακαλύφθηκαν τα πολεμοφόδια στα αμπάρια του.
Οι περισσότεροι ειδικοί έχουν καταλήξει στο ότι το δίκτυο κατασκόπων των Γερμανών στις ΗΠΑ γνώριζε το φορτίο του Λουζιτάνια, όπως και τη διαδρομή του, και είχε ενημερώσει τη γερμανική διοίκηση υποβρυχίων για τα περαιτέρω. Αν λάβει κανείς υπόψη και την προειδοποίηση της γερμανικής πρεσβείας, μάλλον το σκάφος είχε στοχοποιηθεί πολύ πριν ξεκινήσει από τη Νέα Υόρκη. Ωστόσο, όποια κι αν ήταν τα γερμανικά σχέδια, ήταν μια αλλαγή πορείας, μέσα στην ομίχλη, αυτή που θα έφερνε το Λουζιτάνια μπροστά στους τορπιλοβλητικούς σωλήνες του U20 και στο ραντεβού του με το πεπρωμένο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου