Βυθίστηκαν με διαφορά τριών ετών το ένα από το άλλο. Το ένα χάθηκε στο απέραντο της θάλασσας σε 2 ώρες και 40 λεπτά, το άλλο σε 18 λεπτά. Το ένα παρασύρθηκε στον βυθό εξαιτίας ενός παγόβουνου, το άλλο εξαιτίας ενός πολέμου. Πάνω από 2.700 άνθρωποι χάθηκαν μαζί με τον Τιτανικό και το Λουζιτάνια. Ποιοι επέζησαν; Εξαρτάται από το ναυάγιο…
Τα δύο διασημότερα ναυάγια του 20ου αιώνα βάλθηκαν να αναλύσουν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Τεχνολογίας του Κουήνσλαντ, στην Αυστραλία, θέλοντας να μάθουν πως αντιδρά ο άνθρωπος όταν έρχεται αντιμέτωπος με τον χειρότερη εφιάλτη του: τον θάνατο.
Τα όσα ανακάλυψαν, είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικά για το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και την αυταπάρνησή μας.
«Αναρωτηθήκαμε τι θα έκανε ο καθένας από εμάς στη θέση τους», λέει ο επικεφαλής ερευνητής δρ Μπένο Τόργκλερ, καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο.
«Θα προσπαθούσε να σώσει τη ζωή του με όποιο κόστος για τους άλλους ή θα βοηθούσε τους συνανθρώπους του και θα ρίσκαρε τη δική του ζωή; Θα περίμενε κανείς ότι θα υπερίσχυε το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, αλλά η έρευνά μας απέδειξε ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι».
Η έρευνα βασίστηκε στην ανάλυση των αρχείων για τους επιβαίνοντες στα δύο υπερωκεάνια και τα χαρακτηριστικά των επιζώντων.
Και στα δύο πλοία, οι περισσότεροι επιβάτες (62-65%) ήταν άντρες. Και στα δύο πλοία, οι καπετάνιοι έδωσαν εντολή στο πλήρωμα να σώσει πρώτα τις γυναίκες και τα παιδιά - επειδή δεν υπήρχαν αρκετές σωσίβιοι λέμβοι στον Τιτανικό, επειδή δεν υπήρχε χρόνος να ριχτούν στο νερό όλες οι σωσίβιοι λέμβοι στο Λουζιτάνια.
Το φυσιολογικό και αυτονόητο θα ήταν να έχουν επιβιώσει οι νεώτεροι, πιο δυνατοί και πιο ανθεκτικοί επιβάτες, λένε οι ερευνητές. Ωστόσο, τα στοιχεία τους δεν έδειξαν επακριβώς αυτό.
Στον Τιτανικό, η επιβίωση ταίριαζε περισσότερο με τις οδηγίες του καπετάνιου, γεγονός που σημαίνει ότι την ώρα του χαμού επικράτησαν οι κοινωνικοί κανόνες: οι γυναίκες ηλικίας 16-35 ετών είχαν πολύ περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσουν απ’ ό,τι οι συνομήλικοί τους άντρες - και αν ανήκαν στην αριστοκρατία ή τέλος πάντων ταξίδευαν στην Α’ θέση, ακόμα καλύτερα.
Στο Λουζιτάνια, ναι μεν ίσχυε το ίδιο για τις γυναίκες ηλικίας 16-35 ετών, αλλά ίσχυε και για τους συνομήλικούς τους άντρες, ενώ όσοι ταξίδευαν στην Α’ θέση είχαν πολύ λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσουν.
Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Ότι στο Λουζιτάνια επικράτησε «το δίκαιο του ισχυρότερου», ενώ αντιθέτως στον Τιτανικό πλήρωμα και επιβάτες σεβάστηκαν το κοινωνικό πρωτόκολλο και τις εντολές του καπετάνιου, απαντούν οι ερευνητές.
Οι χρονικές συγκυρίες
Όπως γράφουν στην επιθεώρηση «Proceedings of the National Academy of Sciences» (PNAS), οι επιβάτες των δύο πλοίων συμπεριφέρθηκαν με εκ διαμέτρου αντίθετο τρόπο επειδή έπαιξαν καθοριστικό ρόλο οι χρονικές συγκυρίες.
Το Λουζιτάνια βυθίστηκε 3 χρόνια μετά τον Τιτανικό (στις 7 Μαΐου 1915) και σε μόλις 18 λεπτά έπειτα από τον τορπιλισμό του από ένα γερμανικό υποβρύχιο. Αντιθέτως, ο Τιτανικός προσέκρουσε σε παγόβουνο στις 14 Απριλίου 1912 και χρειάσθηκε 2 ώρες και 40 λεπτά για να βυθιστεί.
Ο έξτρα χρόνος έως τη βύθιση του Τιτανικού επέτρεψε στο πλήρωμα και στους επιβάτες του να δημιουργήσουν ένα είδος ψυχολογικής ασπίδας απέναντι στην αυτοπροστασία τους, εκτιμούν οι ερευνητές.
Με άλλα λόγια, οι επιβαίνοντες στον Τιτανικό κατόρθωσαν να αντισταθούν στο πανίσχυρο ένστικτο της αυτοσυντήρησης, ενώ αντιθέτως οι επιβαίνοντες στο Λουζιτάνια δεν είχαν χρόνο να διαχειριστούν ό,τι τους συνέβη και εφήρμοσαν το «ο σώζων εαυτό, σωθήτω» - και προφανώς οι φτωχοί επιβαίνοντες, που έκαναν τις χειρονακτικές εργασίες, ήταν πολύ πιο γυμνασμένοι και δυνατοί από τους μαλθακούς επιβάτες της Α’ θέσης.
«Ο χρόνος φαίνεται πως αποτελεί κρίσιμης σημασίας συνιστώσα στα δύο ναυάγια», λέει ο δρ Τόργκλερ. «Όταν ο κόσμος έχει χρόνο να σκεφτεί και να επικοινωνήσει με τον διπλανό του, αναδύονται οι κοινωνικοί κανόνες και η τάση να βοηθηθούν πρώτα οι άλλοι.
»Γι’ αυτό και, γενικά, τα παιδιά, οι οικογένειες με παιδιά και οι γυναίκες έχουν περισσότερες πιθανότητες να επιβιώνουν σε τέτοιου είδους δύσκολες καταστάσεις, ενώ αντιθέτως οι άντρες είναι πιο πρόθυμοι να παραχωρήσουν τη θέση τους στην σωστική λέμβο».
Πηγή : Web Only
Τα δύο διασημότερα ναυάγια του 20ου αιώνα βάλθηκαν να αναλύσουν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Τεχνολογίας του Κουήνσλαντ, στην Αυστραλία, θέλοντας να μάθουν πως αντιδρά ο άνθρωπος όταν έρχεται αντιμέτωπος με τον χειρότερη εφιάλτη του: τον θάνατο.
Τα όσα ανακάλυψαν, είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικά για το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και την αυταπάρνησή μας.
«Αναρωτηθήκαμε τι θα έκανε ο καθένας από εμάς στη θέση τους», λέει ο επικεφαλής ερευνητής δρ Μπένο Τόργκλερ, καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο.
«Θα προσπαθούσε να σώσει τη ζωή του με όποιο κόστος για τους άλλους ή θα βοηθούσε τους συνανθρώπους του και θα ρίσκαρε τη δική του ζωή; Θα περίμενε κανείς ότι θα υπερίσχυε το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, αλλά η έρευνά μας απέδειξε ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι».
Η έρευνα βασίστηκε στην ανάλυση των αρχείων για τους επιβαίνοντες στα δύο υπερωκεάνια και τα χαρακτηριστικά των επιζώντων.
Και στα δύο πλοία, οι περισσότεροι επιβάτες (62-65%) ήταν άντρες. Και στα δύο πλοία, οι καπετάνιοι έδωσαν εντολή στο πλήρωμα να σώσει πρώτα τις γυναίκες και τα παιδιά - επειδή δεν υπήρχαν αρκετές σωσίβιοι λέμβοι στον Τιτανικό, επειδή δεν υπήρχε χρόνος να ριχτούν στο νερό όλες οι σωσίβιοι λέμβοι στο Λουζιτάνια.
Το φυσιολογικό και αυτονόητο θα ήταν να έχουν επιβιώσει οι νεώτεροι, πιο δυνατοί και πιο ανθεκτικοί επιβάτες, λένε οι ερευνητές. Ωστόσο, τα στοιχεία τους δεν έδειξαν επακριβώς αυτό.
Στον Τιτανικό, η επιβίωση ταίριαζε περισσότερο με τις οδηγίες του καπετάνιου, γεγονός που σημαίνει ότι την ώρα του χαμού επικράτησαν οι κοινωνικοί κανόνες: οι γυναίκες ηλικίας 16-35 ετών είχαν πολύ περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσουν απ’ ό,τι οι συνομήλικοί τους άντρες - και αν ανήκαν στην αριστοκρατία ή τέλος πάντων ταξίδευαν στην Α’ θέση, ακόμα καλύτερα.
Στο Λουζιτάνια, ναι μεν ίσχυε το ίδιο για τις γυναίκες ηλικίας 16-35 ετών, αλλά ίσχυε και για τους συνομήλικούς τους άντρες, ενώ όσοι ταξίδευαν στην Α’ θέση είχαν πολύ λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσουν.
Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Ότι στο Λουζιτάνια επικράτησε «το δίκαιο του ισχυρότερου», ενώ αντιθέτως στον Τιτανικό πλήρωμα και επιβάτες σεβάστηκαν το κοινωνικό πρωτόκολλο και τις εντολές του καπετάνιου, απαντούν οι ερευνητές.
Οι χρονικές συγκυρίες
Όπως γράφουν στην επιθεώρηση «Proceedings of the National Academy of Sciences» (PNAS), οι επιβάτες των δύο πλοίων συμπεριφέρθηκαν με εκ διαμέτρου αντίθετο τρόπο επειδή έπαιξαν καθοριστικό ρόλο οι χρονικές συγκυρίες.
Το Λουζιτάνια βυθίστηκε 3 χρόνια μετά τον Τιτανικό (στις 7 Μαΐου 1915) και σε μόλις 18 λεπτά έπειτα από τον τορπιλισμό του από ένα γερμανικό υποβρύχιο. Αντιθέτως, ο Τιτανικός προσέκρουσε σε παγόβουνο στις 14 Απριλίου 1912 και χρειάσθηκε 2 ώρες και 40 λεπτά για να βυθιστεί.
Ο έξτρα χρόνος έως τη βύθιση του Τιτανικού επέτρεψε στο πλήρωμα και στους επιβάτες του να δημιουργήσουν ένα είδος ψυχολογικής ασπίδας απέναντι στην αυτοπροστασία τους, εκτιμούν οι ερευνητές.
Με άλλα λόγια, οι επιβαίνοντες στον Τιτανικό κατόρθωσαν να αντισταθούν στο πανίσχυρο ένστικτο της αυτοσυντήρησης, ενώ αντιθέτως οι επιβαίνοντες στο Λουζιτάνια δεν είχαν χρόνο να διαχειριστούν ό,τι τους συνέβη και εφήρμοσαν το «ο σώζων εαυτό, σωθήτω» - και προφανώς οι φτωχοί επιβαίνοντες, που έκαναν τις χειρονακτικές εργασίες, ήταν πολύ πιο γυμνασμένοι και δυνατοί από τους μαλθακούς επιβάτες της Α’ θέσης.
«Ο χρόνος φαίνεται πως αποτελεί κρίσιμης σημασίας συνιστώσα στα δύο ναυάγια», λέει ο δρ Τόργκλερ. «Όταν ο κόσμος έχει χρόνο να σκεφτεί και να επικοινωνήσει με τον διπλανό του, αναδύονται οι κοινωνικοί κανόνες και η τάση να βοηθηθούν πρώτα οι άλλοι.
»Γι’ αυτό και, γενικά, τα παιδιά, οι οικογένειες με παιδιά και οι γυναίκες έχουν περισσότερες πιθανότητες να επιβιώνουν σε τέτοιου είδους δύσκολες καταστάσεις, ενώ αντιθέτως οι άντρες είναι πιο πρόθυμοι να παραχωρήσουν τη θέση τους στην σωστική λέμβο».
Πηγή : Web Only
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου